Οι ορθοπεδικοί πάτοι για κότσι βοηθούν σημαντικά στην παραμορφωτική αυτή πάθηση του ποδιού, τα χαρακτηριστικά της οποίας περιγράφουμε παρακάτω.
Ο βλαισός μέγας δάκτυλος –κοινώς ονομαζόμενο «κότσι»- είναι μια παραμορφωτική πάθηση του άκρου ποδός. Το τμήμα το οποίο επηρεάζεται είναι αυτό του μεγάλου δακτύλου και των φαλαγγών αυτού. Επίσης, επηρεάζεται το τμήμα του πρώτου μεταταρσίου, των σησαμοειδών οστών και των τενόντων της συγκεκριμένης περιοχής.
Η πάθηση, όπως φανερώνει και το όνομά της, συνίσταται στη βλαισότητα του μεγάλου δακτύλου. Παράλληλα, υπάρχει ραιβότητα του πρώτου μεταταρσίου που οδηγεί στην εξόστωση και προβολή της κεφαλής του στην έσω επιφάνεια του άκρου ποδός. Η εξόστωση αυτή καλύπτεται από ορογόνο θύλακο και πεπαχυμένα μαλακά μόρια.
Η εξόστωση στην κεφαλή του πρώτου μεταταρσίου τρίβεται στο εσωτερικό των υποδημάτων. Αποτέλεσμα είναι ο ερεθισμός και η ερυθρότητα του δέρματος και των μαλακών μορίων και η εμφάνιση υπερκερατωσικού τήλου και πληγής.
Καθώς η πάθηση επιδεινώνεται, επηρεάζεται και το δεύτερο δάκτυλο στο οποίο παρουσιάζεται σφυροδακτυλία. Η παραμόρφωση συχνά καταλήγει σε εφίππευση του δεύτερου δακτύλου επάνω στο μεγάλο δάκτυλο. Αυτό οδηγεί στη δημιουργία υπερκερατωσικού τήλου στην πάνω (ραχιαία) επιφάνεια του δεύτερου δακτύλου. Σταδιακά, λόγω της θέσης που παίρνουν τα δάκτυλα, τα φορτία μετατοπίζονται στις κεφαλές του δεύτερου και του τρίτου μεταταρσίου. Αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται υπερκερατωσικοί τήλοι κάτω από το πέλμα. Επίσης, με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσονται στη μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις, με συνοδά οστεόφυτα στο σημείο προβολής της κεφαλής του πρώτου μεταταρσίου.
Η παραμόρφωση σταδιακά δημιουργεί πίεση στο έσω ραχιαίο δακτυλικό νεύρο του μεγάλου δακτύλου, προκαλώντας έντονο καυστικό άλγος και πόνο κατά τη βάδιση.
Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες από βλαισό μέγα δάκτυλο είναι η δυσκολία εύρεσης υποδημάτων.. Επίσης συχνά αναγκάζονται να καταφύγουν σε υποδήματα μεγαλύτερου μεγέθους σε σχέση με το μήκος των ποδιών τους προκειμένου να χωρέσει το διευρυμένο τους κότσι. Κάτι τέτοιο, όμως, έχει αρνητικές επιπτώσεις στον κύκλο βάδισής τους.
Όσον αφορά στο φύλο, η συγκεκριμένη πάθηση στη συντριπτική πλειοψηφία εμφανίζεται στον γυναικείο πληθυσμό, στις ηλικίες 50-70.
Πιο συγκεκριμένα, η αναλογία γυναικών-ανδρών είναι 8-9:1 που σε κάποιες μελέτες φτάνει και το 15:1.
Η πάθηση διακρίνεται σε:
1. νεανική μορφή, ως συγγενής ανωμαλία που εμφανίζεται σε παιδιά και εφήβους
2. επίκτητη μορφή που εμφανίζεται σε μεγαλύτερης ηλικίας άτομα
Όσον αφορά στην ηλικία, η πάθηση του βλαισού μέγα δακτύλου εμφανίζεται σε ποσοστό
23% σε ηλικίες 18-65 ετών
36% σε ηλικία > 65 ετών
Η πάθηση θεωρείται σε σημαντικό ποσοστό, της τάξεως του 70%, κληρονομική. Μάλιστα συχνά παρατηρείται το φαινόμενο της παρουσίας της πάθησης αυτής σε διάφορες γενιές της ίδιας οικογένειας (γιαγιά, κόρη, εγγονή).
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι τα 2/3 των ασθενών που προσέρχονται για χειρουργική αποκατάσταση της παραμόρφωσης έχουν θετικό οικογενειακό ιστορικό.
Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η πάθηση εμφανίζεται και στα δύο πόδια.
Η κληρονομικότητα έγκειται στη γενετική προδιάθεση που σχετίζεται με ανατομικά χαρακτηριστικά του άκρου πόδα όπως είναι
– το ύψος της ποδικής καμάρας και τυχόν ύπαρξη βλαισοπλατυποδίας
– αυξημένο μήκος του πρώτου μεταταρσίου και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του. Για παράδειγμα, μια επίπεδη πρώτη μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση ανθίσταται στις παραμορφώσεις. Αντιθέτως, μια σφαιρική κεφαλή, σε συνδυασμό με χαλαρότητα στην πρώτη μεταταρσιοφαλαγγική και στην σφηνομετατάρσια άρθρωση, διευκολύνει την απόκλιση και ανάπτυξη του βλαισού μεγάλου δάκτυλου.
– τυχόν ύπαρξη ανισοσκελίας, δηλαδή ανατομικής διαφοράς στο μήκος των δύο σκελών, καθότι στην περίπτωση αυτή το μεγάλο δάκτυλο του μακρύτερου ποδιού τείνει να στραβώνει.
– συρρίκνωση του αχίλλειου τένοντα
Επίσης, η πάθηση συχνά συνυπάρχει
με διάφορους τύπους αρθρίτιδας όπως η ρευματοειδής, η ουρική και η ψωριασική αρθρίτιδα. με νευρομυικά νοσήματα όπως η εγκεφαλική παράλυση
Ο βλαισός μέγας δάκτυλος θεωρείται πάθηση των ενυπόδητων ανθρώπων, αν και μπορεί να παρουσιαστεί και σε ανυπόδυτους. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι σε σχετική έρευνα σε κινεζικό πληθυσμό, το 33% του ενυπόδητου πληθυσμού είχε κάποιου βαθμού βλαισό μεγάλο δάκτυλο, ενώ του ανυπόδητου μόνο το 1,9%.
Η εμφάνιση, επομένως, της πάθησης και η πορεία αυτής μπορεί να επιβαρυνθεί από τη χρήση ακατάλληλων υποδημάτων, τόσο από άποψη σχήματος όσο και από άποψη ύψους.
Πιο συγκεκριμένα, τα υποδήματα στενής γραμμής, στα οποία το πρόσθιο τμήμα τους είναι αρκετά μικρότερο σε σχέση με το πλάτος του πρόσθιου τμήματος του ποδιού, δεν ακολουθούν το φυσικό σχήμα των δακτύλων. Αντιθέτως πιέζουν το μεγάλο δάκτυλο προς τα μέσα, αναγκάζοντάς το να σχηματίσει γωνία.
Τα ψηλοτάκουνα, επίσης, παπούτσια μεταφέρουν όλο το σωματικό βάρος στα μετατάρσια οστά, προκαλώντας ταυτόχρονα διεύρυνση του πλάτους στο πρόσθιο τμήμα του ποδιού, αναγκάζοντας έτσι το μέγα δάκτυλο να αποκλίνει προς τα μέσα προκειμένου να χωρέσει στο υπόδημα.
Ο συνδυασμός και των δύο χαρακτηριστικών, επομένως, είναι ιδιαίτερα αρνητικός για την υγεία των ποδιών.
Επίσης, στην εμφάνιση της πάθησης ενδεχομένως τα συμβάλλουν και τα υποδήματα μπαλέτου -τα ονομαζόμενα pointe- με τα οποία οι μπαλαρίνες στηρίζονται και χορεύουν στις μύτες των ποδιών.
Ενδιαφέροντα ιστορικά χαρακτηριστικά της πάθησης είναι ότι, αντίθετα με τη σημερινή εποχή, κατά τον 16ο και 17ο αιώνα αφορούσε πολύ περισσότερο τους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες, κι αυτό λόγω των στενών και μυτερών υποδημάτων που φορούσαν. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ήδη από το 1845 υπάρχουν αναφορές ότι ο Durlacher, χειρουργός της βασίλισσας της Αγγλίας Βικτώριας, ενοχοποιεί τα «κοντά και με σκληρή σόλα υποδήματα» για την εμφάνιση της εξόστωσης στο μεγάλο δάκτυλο.
Ο ακτινολογικός έλεγχος του ασθενή με βλαισό μέγα δάκτυλο πρέπει να περιλαμβάνει προσθιοοπίσθιες ακτινογραφίες σε θέση φόρτισης και προφίλ λήψη.
Οι δείκτες μέτρησης και αξιολόγησης της πάθησης του βλαισού μέγα δακτύλου μέσα από μια ακτινολογική απεικόνιση είναι οι εξής:
– Η μέτρηση της γωνίας της βλαισοδακτυλίας (Hallux Valgus Angle: HVA), η οποία σχηματίζεται μεταξύ του επιμήκους άξονα του πρώτου μεταταρσίου και του επιμήκους άξονα της φάλαγγας του μεγάλου δακτύλου, η οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν ξεπερνά τις 15 μοίρες.
– Η μέτρηση της γωνίας που σχηματίζεται μεταξύ του επιμήκους άξονα του πρώτου μεταταρσίου και του επιμήκους άξονα του δεύτερου μεταταρσίου, (Intermetatarsal Angle: IMA, )η οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν ξεπερνά τις 9 μοίρες.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τις ανωτέρω δύο παραμέτρους, τα στάδια σοβαρότητας της πάθησης είναι τα παρακάτω:
1. Απουσία παραμόρφωσης:
HVA μικρότερη των 15 μοιρών / IMA μικρότερη των 9 μοιρών
2. Ελαφρά:
HVA 15 – 30 μοίρες / IMA 9 – 13 μοίρες
3. Μέτρια:
HVA 30 – 40 degrees / IMA 13 to 20 μοίρες
4. Βαριά:
HVA πάνω από 40 μοίρες / IMA πάνω από 20 μοίρες
Επίσης, άλλες παραμέτρους που μπορούν να μετρηθούν και να αξιολογηθούν μέσω της ακτινογραφικής απεικόνισης είναι οι εξής:
-H γωνίωση (κλίση) της αρθρικής επιφάνειας της κεφαλής του πρώτου μεταταρσίου (Distal Metatarsal Articular Angle: DMAA).
-Η επαλληλία των αρθρικών επιφανειών στην μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση του μεγάλου δακτύλου
-Η γωνίωση (κλίση) της αρθρικής επιφάνειας της βάσης της εγγύς φάλαγγας του μεγάλου δακτύλου.
Ο τρόπος αντιμετώπισης της πάθησης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, ο σημαντικότερος εκ των οποίων είναι το στάδιο της πάθησης στο οποίο βρίσκεται ο πάσχων.
Η συντηρητική θεραπεία για τον βλαισό μέγα δάκτυλο στοχεύει κυρίως στην ανακούφιση του πόνου του ασθενή και όσο το δυνατόν στην παρεμπόδιση της εξέλιξης της παραμόρφωσης.
Πιο συγκεκριμένα, η πάθηση μπορεί να αντιμετωπιστεί με τους εξής τρόπους:
Ως πρόληψη αλλά και αντιμετώπιση στο αρχικό στάδιο της πάθησης είναι η επιλογή υποδημάτων σωστού σχήματος και ύψους, όπως είναι τα ορθοπεδικά υποδήματα – παπούτσια για κότσι ειδικής κατασκευής.
Από θέμα σχήματος, τα υποδήματα που θα πρέπει να επιλέγονται είναι αυτά με ευρύχωρο μπροστινό τμήμα που αποτρέπει τον περιορισμό των δακτύλων και την αλλοίωση της ορθής τους θέσης.
Από θέμα ύψους, θα πρέπει να αποφεύγονται τα ψηλοτάκουνα υποδήματα που οδηγούν στη μετατόπιση του φορτίου στην περιοχή των μεταταρσίων οστών. Ακόμα καλύτερο αποτέλεσμα έχουν τα υποδήματα ειδικής κατασκευής βάσει των αναγκών του συγκεκριμένου χρήστη, προσαρμοσμένα στα μέτρα και στη μορφολογία των ποδιών του.
Σημαντική βοήθεια, επίσης, προφέρουν τα ορθωτικά πέλματα ειδικής κατασκευής τα οποία βελτιώνουν την εμβιομηχανική του άκρου πόδα. Τα πέλματα εφαρμόζονται μέσα στα ευρύχωρα και αθλητικά υποδήματα και προσφέρουν μια σωστή κατανομή των φορτίων, με παράλληλη αποφόρτιση της περιοχής των μεταταρσίων η οποία καταπονείται ιδιαίτερα όταν υπάρχει η πάθηση του βλαισού μέγα δακτύλο. Για την κατασκευή τους χρησιμοποιούμε το πολυμερές υλικό e.v.a. (ethylene-vinyl acetate), το οποίο είναι μεν μαλακό, αλλά διατηρεί τη σωστή ανατομία, έχοντας παράλληλα αντιαλλεργικές, αντιεφιδρωτικές και αντιμυκητιακές ιδιότητες.
Παράλληλα, για τη συντηρητική αντιμετώπιση της πάθησης του βλαισού μέγα δακτύλου μπορεί να χρησιμοποιηθούν νάρθηκες νυκτός. Οι νάρθηκες αυτοί κάνουν απαγωγή του μέγα δακτύλου με ταυτόχρονη συμπίεση της κεφαλής του πρώτου μεταταρσίου. Επίσης, βοήθεια προσφέρουν τα διαχωριστικά ενθέματα σιλικόνης μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου δακτύλου. Για την ανακούφιση από τον πόνο που προκαλείται από την τριβή της εξόστωσης επάνω στο υπόδημα μπορούν να εφαρμοστούν επάνω στο κότσι ειδικά σιλικονούχα προστατευτικά επιθέματα.
Επίσης, στη διατήρηση της κινητικότητας της άρθρωσης βοηθούν η κινητοποίηση και οι διατάσεις των δακτύλων.
Τέλος, στις περιπτώσεις όπου η συντηρητική αγωγή αποτυγχάνει και η παραμόρφωση φτάνει σε προχωρημένο στάδιο, η χειρουργική αντιμετώπιση είναι μία επιλογή για τον πάσχοντα.
Οι ορθοπεδικοί πάτοι για κότσι βοηθούν σημαντικά στην παραμορφωτική αυτή πάθηση του ποδιού, τα χαρακτηριστικά της οποίας περιγράφουμε παρακάτω.
Ο βλαισός μέγας δάκτυλος –κοινώς ονομαζόμενο «κότσι»- είναι μια παραμορφωτική πάθηση του άκρου ποδός. Το τμήμα το οποίο επηρεάζεται είναι αυτό του μεγάλου δακτύλου και των φαλαγγών αυτού. Επίσης, επηρεάζεται το τμήμα του πρώτου μεταταρσίου, των σησαμοειδών οστών και των τενόντων της συγκεκριμένης περιοχής.
Η πάθηση, όπως φανερώνει και το όνομά της, συνίσταται στη βλαισότητα του μεγάλου δακτύλου. Παράλληλα, υπάρχει ραιβότητα του πρώτου μεταταρσίου που οδηγεί στην εξόστωση και προβολή της κεφαλής του στην έσω επιφάνεια του άκρου ποδός. Η εξόστωση αυτή καλύπτεται από ορογόνο θύλακο και πεπαχυμένα μαλακά μόρια.
Η εξόστωση στην κεφαλή του πρώτου μεταταρσίου τρίβεται στο εσωτερικό των υποδημάτων. Αποτέλεσμα είναι ο ερεθισμός και η ερυθρότητα του δέρματος και των μαλακών μορίων και η εμφάνιση υπερκερατωσικού τήλου και πληγής.
Καθώς η πάθηση επιδεινώνεται, επηρεάζεται και το δεύτερο δάκτυλο στο οποίο παρουσιάζεται σφυροδακτυλία. Η παραμόρφωση συχνά καταλήγει σε εφίππευση του δεύτερου δακτύλου επάνω στο μεγάλο δάκτυλο. Αυτό οδηγεί στη δημιουργία υπερκερατωσικού τήλου στην πάνω (ραχιαία) επιφάνεια του δεύτερου δακτύλου. Σταδιακά, λόγω της θέσης που παίρνουν τα δάκτυλα, τα φορτία μετατοπίζονται στις κεφαλές του δεύτερου και του τρίτου μεταταρσίου. Αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται υπερκερατωσικοί τήλοι κάτω από το πέλμα. Επίσης, με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσονται στη μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις, με συνοδά οστεόφυτα στο σημείο προβολής της κεφαλής του πρώτου μεταταρσίου.
Η παραμόρφωση σταδιακά δημιουργεί πίεση στο έσω ραχιαίο δακτυλικό νεύρο του μεγάλου δακτύλου, προκαλώντας έντονο καυστικό άλγος και πόνο κατά τη βάδιση.
Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες από βλαισό μέγα δάκτυλο είναι η δυσκολία εύρεσης υποδημάτων.. Επίσης συχνά αναγκάζονται να καταφύγουν σε υποδήματα μεγαλύτερου μεγέθους σε σχέση με το μήκος των ποδιών τους προκειμένου να χωρέσει το διευρυμένο τους κότσι. Κάτι τέτοιο, όμως, έχει αρνητικές επιπτώσεις στον κύκλο βάδισής τους.
Όσον αφορά στο φύλο, η συγκεκριμένη πάθηση στη συντριπτική πλειοψηφία εμφανίζεται στον γυναικείο πληθυσμό, στις ηλικίες 50-70.
Πιο συγκεκριμένα, η αναλογία γυναικών-ανδρών είναι 8-9:1 που σε κάποιες μελέτες φτάνει και το 15:1.
Η πάθηση διακρίνεται σε:
1. νεανική μορφή, ως συγγενής ανωμαλία που εμφανίζεται σε παιδιά και εφήβους
2. επίκτητη μορφή που εμφανίζεται σε μεγαλύτερης ηλικίας άτομα
Όσον αφορά στην ηλικία, η πάθηση του βλαισού μέγα δακτύλου εμφανίζεται σε ποσοστό
23% σε ηλικίες 18-65 ετών
36% σε ηλικία > 65 ετών
Η πάθηση θεωρείται σε σημαντικό ποσοστό, της τάξεως του 70%, κληρονομική. Μάλιστα συχνά παρατηρείται το φαινόμενο της παρουσίας της πάθησης αυτής σε διάφορες γενιές της ίδιας οικογένειας (γιαγιά, κόρη, εγγονή).
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι τα 2/3 των ασθενών που προσέρχονται για χειρουργική αποκατάσταση της παραμόρφωσης έχουν θετικό οικογενειακό ιστορικό.
Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η πάθηση εμφανίζεται και στα δύο πόδια.
Η κληρονομικότητα έγκειται στη γενετική προδιάθεση που σχετίζεται με ανατομικά χαρακτηριστικά του άκρου πόδα όπως είναι
– το ύψος της ποδικής καμάρας και τυχόν ύπαρξη βλαισοπλατυποδίας
– αυξημένο μήκος του πρώτου μεταταρσίου και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του. Για παράδειγμα, μια επίπεδη πρώτη μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση ανθίσταται στις παραμορφώσεις. Αντιθέτως, μια σφαιρική κεφαλή, σε συνδυασμό με χαλαρότητα στην πρώτη μεταταρσιοφαλαγγική και στην σφηνομετατάρσια άρθρωση, διευκολύνει την απόκλιση και ανάπτυξη του βλαισού μεγάλου δάκτυλου.
– τυχόν ύπαρξη ανισοσκελίας, δηλαδή ανατομικής διαφοράς στο μήκος των δύο σκελών, καθότι στην περίπτωση αυτή το μεγάλο δάκτυλο του μακρύτερου ποδιού τείνει να στραβώνει.
– συρρίκνωση του αχίλλειου τένοντα
Επίσης, η πάθηση συχνά συνυπάρχει
με διάφορους τύπους αρθρίτιδας όπως η ρευματοειδής, η ουρική και η ψωριασική αρθρίτιδα. με νευρομυικά νοσήματα όπως η εγκεφαλική παράλυση
Ο βλαισός μέγας δάκτυλος θεωρείται πάθηση των ενυπόδητων ανθρώπων, αν και μπορεί να παρουσιαστεί και σε ανυπόδυτους. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι σε σχετική έρευνα σε κινεζικό πληθυσμό, το 33% του ενυπόδητου πληθυσμού είχε κάποιου βαθμού βλαισό μεγάλο δάκτυλο, ενώ του ανυπόδητου μόνο το 1,9%.
Η εμφάνιση, επομένως, της πάθησης και η πορεία αυτής μπορεί να επιβαρυνθεί από τη χρήση ακατάλληλων υποδημάτων, τόσο από άποψη σχήματος όσο και από άποψη ύψους.
Πιο συγκεκριμένα, τα υποδήματα στενής γραμμής, στα οποία το πρόσθιο τμήμα τους είναι αρκετά μικρότερο σε σχέση με το πλάτος του πρόσθιου τμήματος του ποδιού, δεν ακολουθούν το φυσικό σχήμα των δακτύλων. Αντιθέτως πιέζουν το μεγάλο δάκτυλο προς τα μέσα, αναγκάζοντάς το να σχηματίσει γωνία.
Τα ψηλοτάκουνα, επίσης, παπούτσια μεταφέρουν όλο το σωματικό βάρος στα μετατάρσια οστά, προκαλώντας ταυτόχρονα διεύρυνση του πλάτους στο πρόσθιο τμήμα του ποδιού, αναγκάζοντας έτσι το μέγα δάκτυλο να αποκλίνει προς τα μέσα προκειμένου να χωρέσει στο υπόδημα.
Ο συνδυασμός και των δύο χαρακτηριστικών, επομένως, είναι ιδιαίτερα αρνητικός για την υγεία των ποδιών.
Επίσης, στην εμφάνιση της πάθησης ενδεχομένως τα συμβάλλουν και τα υποδήματα μπαλέτου -τα ονομαζόμενα pointe- με τα οποία οι μπαλαρίνες στηρίζονται και χορεύουν στις μύτες των ποδιών.
Ενδιαφέροντα ιστορικά χαρακτηριστικά της πάθησης είναι ότι, αντίθετα με τη σημερινή εποχή, κατά τον 16ο και 17ο αιώνα αφορούσε πολύ περισσότερο τους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες, κι αυτό λόγω των στενών και μυτερών υποδημάτων που φορούσαν. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ήδη από το 1845 υπάρχουν αναφορές ότι ο Durlacher, χειρουργός της βασίλισσας της Αγγλίας Βικτώριας, ενοχοποιεί τα «κοντά και με σκληρή σόλα υποδήματα» για την εμφάνιση της εξόστωσης στο μεγάλο δάκτυλο.
Ο ακτινολογικός έλεγχος του ασθενή με βλαισό μέγα δάκτυλο πρέπει να περιλαμβάνει προσθιοοπίσθιες ακτινογραφίες σε θέση φόρτισης και προφίλ λήψη.
Οι δείκτες μέτρησης και αξιολόγησης της πάθησης του βλαισού μέγα δακτύλου μέσα από μια ακτινολογική απεικόνιση είναι οι εξής:
– Η μέτρηση της γωνίας της βλαισοδακτυλίας (Hallux Valgus Angle: HVA), η οποία σχηματίζεται μεταξύ του επιμήκους άξονα του πρώτου μεταταρσίου και του επιμήκους άξονα της φάλαγγας του μεγάλου δακτύλου, η οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν ξεπερνά τις 15 μοίρες.
– Η μέτρηση της γωνίας που σχηματίζεται μεταξύ του επιμήκους άξονα του πρώτου μεταταρσίου και του επιμήκους άξονα του δεύτερου μεταταρσίου, (Intermetatarsal Angle: IMA, )η οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν ξεπερνά τις 9 μοίρες.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τις ανωτέρω δύο παραμέτρους, τα στάδια σοβαρότητας της πάθησης είναι τα παρακάτω:
1. Απουσία παραμόρφωσης:
HVA μικρότερη των 15 μοιρών / IMA μικρότερη των 9 μοιρών
2. Ελαφρά:
HVA 15 – 30 μοίρες / IMA 9 – 13 μοίρες
3. Μέτρια:
HVA 30 – 40 degrees / IMA 13 to 20 μοίρες
4. Βαριά:
HVA πάνω από 40 μοίρες / IMA πάνω από 20 μοίρες
Επίσης, άλλες παραμέτρους που μπορούν να μετρηθούν και να αξιολογηθούν μέσω της ακτινογραφικής απεικόνισης είναι οι εξής:
-H γωνίωση (κλίση) της αρθρικής επιφάνειας της κεφαλής του πρώτου μεταταρσίου (Distal Metatarsal Articular Angle: DMAA).
-Η επαλληλία των αρθρικών επιφανειών στην μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση του μεγάλου δακτύλου
-Η γωνίωση (κλίση) της αρθρικής επιφάνειας της βάσης της εγγύς φάλαγγας του μεγάλου δακτύλου.
Ο τρόπος αντιμετώπισης της πάθησης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, ο σημαντικότερος εκ των οποίων είναι το στάδιο της πάθησης στο οποίο βρίσκεται ο πάσχων.
Η συντηρητική θεραπεία για τον βλαισό μέγα δάκτυλο στοχεύει κυρίως στην ανακούφιση του πόνου του ασθενή και όσο το δυνατόν στην παρεμπόδιση της εξέλιξης της παραμόρφωσης.
Πιο συγκεκριμένα, η πάθηση μπορεί να αντιμετωπιστεί με τους εξής τρόπους:
Ως πρόληψη αλλά και αντιμετώπιση στο αρχικό στάδιο της πάθησης είναι η επιλογή υποδημάτων σωστού σχήματος και ύψους, όπως είναι τα ορθοπεδικά υποδήματα – παπούτσια για κότσι ειδικής κατασκευής.
Από θέμα σχήματος, τα υποδήματα που θα πρέπει να επιλέγονται είναι αυτά με ευρύχωρο μπροστινό τμήμα που αποτρέπει τον περιορισμό των δακτύλων και την αλλοίωση της ορθής τους θέσης.
Από θέμα ύψους, θα πρέπει να αποφεύγονται τα ψηλοτάκουνα υποδήματα που οδηγούν στη μετατόπιση του φορτίου στην περιοχή των μεταταρσίων οστών. Ακόμα καλύτερο αποτέλεσμα έχουν τα υποδήματα ειδικής κατασκευής βάσει των αναγκών του συγκεκριμένου χρήστη, προσαρμοσμένα στα μέτρα και στη μορφολογία των ποδιών του.
Σημαντική βοήθεια, επίσης, προφέρουν τα ορθωτικά πέλματα ειδικής κατασκευής τα οποία βελτιώνουν την εμβιομηχανική του άκρου πόδα. Τα πέλματα εφαρμόζονται μέσα στα ευρύχωρα και αθλητικά υποδήματα και προσφέρουν μια σωστή κατανομή των φορτίων, με παράλληλη αποφόρτιση της περιοχής των μεταταρσίων η οποία καταπονείται ιδιαίτερα όταν υπάρχει η πάθηση του βλαισού μέγα δακτύλο. Για την κατασκευή τους χρησιμοποιούμε το πολυμερές υλικό e.v.a. (ethylene-vinyl acetate), το οποίο είναι μεν μαλακό, αλλά διατηρεί τη σωστή ανατομία, έχοντας παράλληλα αντιαλλεργικές, αντιεφιδρωτικές και αντιμυκητιακές ιδιότητες.
Παράλληλα, για τη συντηρητική αντιμετώπιση της πάθησης του βλαισού μέγα δακτύλου μπορεί να χρησιμοποιηθούν νάρθηκες νυκτός. Οι νάρθηκες αυτοί κάνουν απαγωγή του μέγα δακτύλου με ταυτόχρονη συμπίεση της κεφαλής του πρώτου μεταταρσίου. Επίσης, βοήθεια προσφέρουν τα διαχωριστικά ενθέματα σιλικόνης μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου δακτύλου. Για την ανακούφιση από τον πόνο που προκαλείται από την τριβή της εξόστωσης επάνω στο υπόδημα μπορούν να εφαρμοστούν επάνω στο κότσι ειδικά σιλικονούχα προστατευτικά επιθέματα.
Επίσης, στη διατήρηση της κινητικότητας της άρθρωσης βοηθούν η κινητοποίηση και οι διατάσεις των δακτύλων.
Τέλος, στις περιπτώσεις όπου η συντηρητική αγωγή αποτυγχάνει και η παραμόρφωση φτάνει σε προχωρημένο στάδιο, η χειρουργική αντιμετώπιση είναι μία επιλογή για τον πάσχοντα.